Γράφει ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΤΣΟΥΡΗΣ, Καθηγητής φιλολογίας Παν/μίου Ιωαννίνων
Αφορμή για τις σκέψεις που εκθέτουμε παρακάτω είναι η επέτειος του «ολοκαυτώματος», της οργανωμένης δηλαδή και συστηματικής και συνάμα φρικιαστικής εξόντωσης από τους Ναζί κατά τη διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου των Εβραίων στα γνωστά στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Είναι δύσκολο να συλλάβει ο νους του ανθρώπου το γεγονός ότι ο άνθρωπος είναι δυνατόν να σχεδιάσει και να εκτελέσει τέτοια και παρόμοια φρικτά εγκλήματα εναντίον συνανθρώπων του, των οποίων το μόνο «έγκλημα» είναι ότι ανήκουν σε διαφορετική φυλή από τη δική του!
Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που τέτοιας λογής εγκλήματα διεπράχθησαν! Πολλές φορές στο παρελθόν, για λόγους εμπορικούς και οικονομικούς, επεκτατικούς ή ακόμη και θρησκευτικούς, τέτοια εγκλήματα εκτελέστηκαν θεμελιωμένα σε ψευδεπίγραφες και κίβδηλες δικαιολογίες. Είναι δύσκολο να συλλάβει ο νους του ανθρώπου το γεγονός ότι ο άνθρωπος είναι δυνατόν να σχεδιάσει και να εκτελέσει τέτοια και παρόμοια φρικτά εγκλήματα εναντίον συνανθρώπων του, των οποίων το μόνο «έγκλημα» είναι ότι ανήκουν σε διαφορετική φυλή από τη δική του!
Το γεγονός ότι επαναλαμβάνονται κατά χρονικά διαστήματα οφείλεται στο απαράδεκτο γεγονός ότι η Διεθνής Κοινότητα με τα θεσμοθετημένα όργανά της είτε δεν θέλει για λόγους οικονομικούς, πολιτικούς, γεωστρατηγικούς και άλλους είτε αδυνατεί να αντιδράσει παραδειγματικά και δυναμικά εναντίον εκείνων που εγκληματούν κατά της ανθρωπότητας. Μερίδιο ευθύνης βέβαια φέρουν και όσοι, είτε ασκώντας εξουσία είτε όχι, παρακολουθούν σιωπηλοί τα διαπραττόμενα εγκλήματα. Σε τέτοιες περιπτώσεις η σιωπή είναι συνενοχή.
Είναι γνωστό ότι ο Χίτλερ, όταν σχεδίαζε την «τελική λύση» σχετικά με τους Εβραίους, είχε δηλώσει αναφορικά με μια άλλη προηγούμενη γενοκτονία, τη γενοκτονία των Αρμενίων από την Οθωμανική αυτοκρατορία, «Ποιος θυμάται τώρα τους Αρμενίους;». Αν οι δυνατοί του κόσμου, αλλά και οι λαοί, αντιδρούσαν με κάθε μέσο στις προηγούμενες γενοκτονίες, πιθανότατα δεν θα συνέβαιναν αυτά που συνέβησαν κατά τη διάρκεια του δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου.
Εγλήματα γενοκτονίας διεπράχθησαν επίσης από τις αποικιοκρατικές δυνάμεις είτε για την επέκταση των κτήσεών τους είτε και για τη διατήρηση των αποικιών τους, τόσο στην Αμερικανική Ήπειρο όσο και στην Αφρικανική και Ασιατική Ήπειρο. Ωστόσο, αυτά παρέμειναν και παραμένουν άγνωστα για τους περισσότερους, επειδή οι νικητές είναι σήμερα αυτοί που διαμορφώνουν τις τύχες του κόσμου!
Την Άνοιξη του 1915, κατά τη διάρκεια του πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν οι συμμαχικές δυνάμεις προσπάθησαν να καταλάβουν τα Δαρδανέλια, με σκοπό την κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως και την εξουδετέρωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, σημαντικού συμμάχου της Γερμανίας και της Αυστρίας, για ένα περίπου μήνα εντατικοποιήθηκαν οι διώξεις εναντίον των χριστιανικών πληθυσμών της αυτοκρατορίας. Με οργανωμένο και συστηματικό τρόπο οι αρχές σε συνεργασία με τους Κουρδικούς και Τουρκικούς πληθυσμούς προσπάθησαν και εν πολλοίς το πέτυχαν να εξοντώσουν ολόκληρους πληθυσμούς, τους Αρμενίους, τους Έλληνες της Μ. Ασίας και ιδιαίτερα του Πόντου, και τους Ασσύριους.
Για πρώτη φορά τότε οι Σύμμαχοι, προειδοποιώντας την Οθωμανική Κυβέρνηση για τη συστηματική και οργανωμένη εξόντωση των μη μουσουλμανικών πληθυσμών, μίλησαν για «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και του πολιτισμού». Βαθμηδόν, με διάφορες διαδοχικές συμβάσεις και συνθήκες καθιερώθηκε διεθνής νομολογία για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και για τον σαφέστερο καθορισμό της έννοιας των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας.
Ιδιαίτερα μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, με τα οργανωμένα από το Ναζιστικό καθεστώς εγκλήματα γενοκτονίας κατά των Εβραίων, των Γύφτων (Ρομά), των Πολωνών και των Σλάβων, τον αδιάκριτο και σκόπιμο βομβαρδισμό από όλες τις πλευρές των εμπολέμων όχι μόνο στρατιωτικών στόχων αλλά και του αστικού πληθυσμού των πόλεων του αντιπάλου, ακόμη την εξόντωση πληθυσμών με χρήση βιολογικών όπλων μαζικής καταστροφής, και την αποκορύφωση αυτής της πρακτικής με τις ατομικές βόμβες που έπληξαν τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, και κυρίως μετά τις γνωστές δίκες στη Νυρεμβέργη και στο Τόκιο, συστηματοποιήθηκαν και έγιναν πιο συγκεκριμένα τα εγκλήματα αυτά καθώς και η ευθύνη όσων συμμετέχουν σε αυτά (1945).
Το 2007 ιδρύθηκε από 66 κράτη στη Ρώμη το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για τα προαναφερόμενα εγκλήματα, και πολλά έκτοτε κράτη επικύρωσαν και ενσωμάτωσαν το δίκαιο αυτό στο εσωτερικό τους νομικό σύστημα. Δυστυχώς, μέχρι σήμερα δεν το έχουν επικυρώσει οι ΗΠΑ, με σκοπό, όπως φαίνεται, την αυτοπροστασία από τα εγκλήματα που διέπραξαν στο Ιράκ, τις παράνομες απαγωγές υπόπτων για τρομοκρατία, τη συνεργασία με απολυταρχικά καθεστώτα για βασανισμούς υπόπτων, την παράνομη παρακτάτηση υπόπτων στο Γκουαντανάμο κλπ.
Τα «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας», όπως προσδιορίζονται από το ΔΠΔ είναι κάθε πράξη που γίνεται ως μέρος μιας ευρείας και συστηματικής επίθεσης εναντίον του πληθυσμού, όπως (α) δολοφονία, (β) εξόντωση, (γ) φυλάκιση ή άλλη οποιασδήποτε φύσεως στέρηση της φυσικής ελευθερίας του ατόμου, πράξη που έρχεται σε αντίθεση με βασικές διατάξεις του διεθνούς δικαίου, (δ) βασανιστήρια, (ε) βιασμός, σεξουαλική δουλεία, βίαιη εκπόρνευση, βίαιη εγκυμοσύνη, βίαιη στείρωση, ή οποιαδήποτε άλλη σεξουαλική βία, (στ) διωγμός εναντίον κάθε ομάδας η συνόλου με ιδιαίτερη ταυτότητα για λόγους πολιτικούς, φυλετικούς, εθνικούς, πολιτιστικούς ή θρησκευτικούς ή για άλλους λόγους που δεν είναι επιτρεπτοί από το διεθνές δίκαιο, (ζ) βίαιη εξαφάνιση προσώπων, (η) ο φυλετικός διαχωρισμός, και (θ) οποιαδήποτε άλλη απάνθρωπη πράξη παρόμοιου χαρακτήρα που σκόπιμα προκαλεί σοβαρή σωματική ή ψυχική βλάβη.
Αν και μπορεί κανείς να παραδεχτεί ότι σε σύγκριση με το παρελθόν κάποια πρόοδος έχει επιτευχθεί σχετικά με τον περιορισμό ή την τιμωρία αυτών των ειδεχθών εγκλημάτων, πιστεύουμε ότι η ανθρωπότητα δεν έχει κατορθώσει ακόμη να περιορίσει σε σημαντικό βαθμό ή ακόμη και να εξαλείψει αυτά τα φαινόμενα βαρβαρότητας και απανθρωπιάς.
Η Αλ-Γκάιντα και η διεθνής τρομοκρατία γενικότερα, τα βασανιστήρια που εξακολουθούν να γίνονται σε πάρα πολλές χώρες, οι εξαφανίσεις αντιφρονούντων, τα εγκλήματα που διεπράχθησαν από τα στρατεύματα των ΗΠΑ στο Ιρακ ή στο Αφγανιστάν, και πάνω από όλα το σύμβολο της καταπάτησης κάθε έννομου ατομικού δικαιώματος και κάθε ανθρωπίνου διακιώματος, το Γκουαντανάμο, όπου κρατούνται παράνομα χωρίς δίκη ύποπτοι για τρομοκρατία, ακόμη και παιδιά, που υποβάλλονται συνεχώς σε φρικτά και παντοειδή βασανιστήρια, χωρίς κανένα ανθρώπινο δικαίωμα και χωρίς καμιά νομική προστασία, συνιστούν προδήλως την πιο κατηγορηματική απόδειξη για την πιο πάνω αναφερομένη επισήμανση.
Εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας διέπραξε και η Τουρκία εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας, καταδικάστηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, για σωρεία παραβάσεων του σχετικού Διεθνούς Δικαίου, χωρίς αυτό να έχει οποιαδήποτε πρακτική συνέπεια στο Τουρκικό κράτος! Αντίθετα, τόσο ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκη Ένωση, μέλος της οποίας είναι η Κυπριακή Δημοκρατία, όχι μόνο παραμένουν αδιάφοροι στο συνεχιζόμενο αυτό διεθνές έγκλημα, αλλά η Ε.Ε., με την παρότρυνση και την υποστήριξη των ΗΠΑ, ανταμείβουν την Τουρκία με το να τη δεχτούν ως υποψήφια προς ένταξη χώρα στην Ε.Ε. και να αρχίσουν μαζί της ενταξιακές διαπραγματεύσεις!
Η εθνοκάθαρση στα κατεχόμενα είναι πια γεγονός και ο παράνομος εποικισμός με εκατοντάδες χιλιάδες εποίκους συνεχίζεται, η μισή περίπου Κύπρος – ευρωπαϊκό δηλαδή έδαφος – βρίσκεται υπό την κατοχή του τουρκικού στρατού, η Τουρκία εξακολουθεί να αρνείται να δώσει στοιχεία για αγνοουμένους που επίσημα είχαν δηλωθεί από τις Τουρκικές αρχές ότι βρίσκονταν σε Τουρκικά στρατόπεδα, δηλαδή το έγκλημα της «βίαιης εξαφάνισης προσώπων» είναι διαρκές – όλα αυτά τα εγκλήματα δηλαδή είναι διαρκή και συνεχίζόμενα, και όμως καμιά διεθνής αντίδραση δεν υπάρχει γι’ αυτά (!), το δε «ανδρείκελο» των ισχυρών, ο Γ.Γ. του ΟΗΕ, μεθοδεύει την κατάλυση με κάθε τρόπο της Κυπριακής δημοκρατίας!
Η οργίλη αντίδραση της Τουρκίας στην πρόσφατη αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων από τη Γαλλία, καθώς και η όλη ιμπεριαλιστική και αλαζονική συμπεριφορά της τόσο έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας όσο και έναντι του Ισραήλ, αποκαλύπτει ότι η Τουρκία όχι μόνο δεν αποκηρύσσει τις μαύρες σελίδες του παρελθόντος της, όχι μόνο δεν έχει διδαχτεί τίποτε από αυτό, αλλά αντίθετα εξακολουθεί να βαδίζει τον ίδιο ολισθηρό δρόμο, όσο βέβαια αντιλαμβάνεται ότι η Διεθνής Κοινότητα είτε σιωπά συνένοχα, όπως έπραξε και στο παρελθόν, είτε και ενίοτε ενθαρρύνει τις παράνομες ενέργειές της.
Τι να περιμένει κανείς όμως από τα Ευρωπαϊκά κράτη, τη Βρεττανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ισπανία και την Πορτογαλλία, την Ολλανδία και το Βέλγιο, τα οποία στο σύνολό τους σχεδόν ήταν αποικιοκρατικές δυνάμεις και απέκτησαν τη νοοτροπία της εκμετάλλευσης των αδυνάτων και της επιβολής με κάθε μέσο της θελήσεώς τους επί των ανίσχυρων; Τι να περιμένει κανείς από τις ΗΠΑ ή τις άλλες μεγάλες δυνάμεις, οι οποίες αναπόφευκτα αποκτούν την ύβριν του ισχυρού, όπως πολύ χαρακτηριστικά παρουσιάζεται με τον κλασσικότερο τρόπο στους Πέρσες του Αισχύλου ή στον Διάλογο των Μηλίων με τους Αθηναίους στον Θουκυδίδη; Τι να περιμένει κανείς από τους ισχυρούς Δυτικούς «συμμάχους», οι οποίοι συνέτειναν αποφασιστικά σε πολλές από τις συμφορές του Ελληνισμού, τη συμφορά της Μικράς Ασίας το 1922 ή της Κύπρου το 1974; Τι να περιμένει κανείς, κατανόηση και αλληλεγγύη, από τις δυνάμεις εκείνες που το 1922 παρακολουθούσαν από τα πολεμικά τους πλοία που ήταν αγκυροβολημένα έξω από το λιμάνι της Σμύρνης την ασύλληπτη σε μέγεθος ανθρωπιστική συμφορά που εξελισσόταν στην προκυμαία της Σμύρνης και αντί να βοηθήσουν είτε έρριχναν καυτό νερό στα χέρια των προσφύγων που προσπαθούσαν να κρατηθούν από τα «συμμαχικά» πλοία και τους έρριχναν έτσι ξανά στη θάλασσα για να πνιγούν είτε έπαιζαν χαρμόσυνη μουσική για να καλύπτουν έτσι τους θρήνους και το θάνατο που έρχονταν από το μισό εκατομμύριο απελπισμένους της προκυμαίας και τους πνιγομένους στη θάλασσα!
Είναι ηλίου φαεινότερον ότι οι διεθνείς σχέσεις, παρόλες τις ηχηρές διακηρύξεις, βασίζονται στο καλώς ή κακώς εννοούμενο συμφέρον και το «δίκαιο του ισχυρού». Και όσο αυτό συμβαίνει, όσο το δίκαιο καταπατάται και παραβιάζεται ή όσο «μεταπλάθεται» για να συμφωνήσει με το συμφέρον των εκάστοτε ισχυρών, ο κίνδυνος επαναλήψεως τέτοιων εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητος δεν θα εξαλειφθεί ποτέ.