Ο άνθρωπος είναι ζώο τρομερά προσαρμοστικό – το γνωρίζετε φαντάζομαι εξ’ ιδίας πείρας. Αυτό που μας ακουγότανε σαν μια φριχτή αγριότητα, η λέξη «πτώχευση», με μια ελαφρά διακόσμηση (επιλεκτική ή ελεγχόμενη) καταπίνεται ωραιότατα σαν μουρουνόλαδο και κάνει τη δουλειά του – όταν ωριμάσει πια, μετά από τόσες συναντήσεις, συσκέψεις, ταξίδια, τρόϊκες, eurogroup, άρθρα, αναλύσεις και ποικιλόχρωμες επεξηγήσεις. «Το χρέος», λέει το ΚΚΕ, «δεν είναι η αιτία της κρίσης αλλά ο πυρετός του καπιταλιστικού συστήματος που είναι σάπιο και αντιδραστικό». Τι παράξενο Αλεξανδρινέ μου Ζαχαρία, εσύ που είσαι γέννημα-θρέμμα του καπιταλισμού και από κούνια πολέμιος όχι μόνο του «εφαρμοσμένου σοσιαλισμού» αλλά και της ουσίας της κομμουνιστικής ιδεολογίας, να βρίσκεις τελευταίως μαξιλαράκια ν’ ακουμπήσεις ακόμα και στον Περισσό. Μου φαίνεται πολύ λογική αυτή η διαπίστωση, το ίδιο το «σύστημα» με έχει πείσει ότι είναι έτοιμο να καταρρεύσει, το επαναλαμβάνει καθημερινά σε όλα τα κεντρικά δελτία ειδήσεων Ευρώπης και ΗΠΑ, με τόση επιμονή ώστε είναι πια φανερό πως το κοπάδι πρέπει να προετοιμάζεται για μεγάλες ανατροπές – και η αιτία της μολύνσεως που θα μας υποχρεώσει σε πολυετή νοσηλεία και περιορισμό των δραστηριοτήτων μας σε βαθμό αναπηρίας είναι το γεγονός πως ο «εφαρμοσμένος» (πια) καπιταλισμός «είναι σάπιος και αντιδραστικός». Τόσο απλά.
Εμείς που όπου νάναι εξηνταρίζουμε (αλλά πολύ διαφορετικά από τους εξηντάρηδες του προηγούμενου αιώνα), δυό βασικούς πυλώνες ξέραμε : Μια πανίσχυρη Δύση με τις ΗΠΑ και τον θριαμβευτικό και θαυματουργό καπιταλισμό στην ηγεσία της και εκείνο το «Σοβιετικό μπλοκ» που κατέρρευσε σε μια νύχτα μαζί με το τείχος του Βερολίνου. O Μτσισλάβ Ροστροπόβιτς, ενώ έπεφταν οι τίτλοι του τέλους, πήρε το τσέλο του κι’ ένα σκαμπό, κάθισε πάνω στα ερείπια και προχώρησε σε ένα αυτοσχέδιο κονσέρτο, παίζοντας σαν ένας απλός μουσικός του δρόμου, τη Σουίτα για βιολοντσέλο του Μπαχ – αντάξιο και τρυφερό φινάλε μιας τραγωδίας (‘η «ιστορικής περιπέτειας» αν προτιμάτε) που κράτησε 72 χρόνια. Τώρα που τα αντισώματα της «ελεύθερης οικονομίας» τρέχουν μήπως και προλάβουν να εφεύρουν κάποια φόρμουλα για να συμμαζευτούν τα, ασυμμάζευτα πια, τρις των δολαρίων και των ευρώ που καταφέραμε να καταναλώσουμε, (ενώ δεν υπήρχαν καν), τις φούσκες μας δηλαδή - ποια σεμνή τελετή θα μπορέσει να εφεύρει για φινάλε όλη αυτή η υπερφίαλη κατάρρευσή μας μπροστά στα ερείπια της Τροίας:
«Σήκω βαριόμοιρη απ’ το στρώμα», έλεγε ο Σαπφώ Νοταρά (Χορός) στην Σμάρω Στεφανίδου (Εκάβη), στις «Τρωάδες» του Γιάννη Τσαρούχη στο οικόπεδο-θέατρο της οδού Καπλανών, στην Αθήνα. «Πάει η Τροία, έπεσε». Η Σμάρω, με το μαύρο ταγιέρ της μεταπολεμικής Μαρουσιώτισσας χήρας, σερνότανε και βογκούσε μπροστά από τα ερείπια μιας γκρεμισμένης πολυκατοικίας – αλλά τι να το κάνεις; Ο Χορός, η Σαπφώ, όλοι το ξέρανε πια – μόνο η βασίλισσα δεν άντεχε να το χωνέψει. «Πάει η Τροία, έπεσε». Έτσι αρχίζει η τραγωδία του Ευριπίδη, έτσι και η δική μας. Το σύμπαν όμως έχει φροντίσει αυτές τις τραγωδίες και τους κύκλους που κλείνουν με πολύ πόνο, να τις προικίζει με την αντίστοιχη δύναμη που θα χρειαστεί το κάθε ζώον-άνθρωπος σαν μονάδα αλλά και οι κοινωνίες για να το ξεπεράσουν γρήγορα, να φτάσουν στο φινάλε, να ξεκινήσουνε πάλι όλα από την αρχή ολόφρεσκα….
Άρης Δαβαράκης